Όταν είχα μεγαλώσει αρκετά, ο πατέρας μου μου είπε κάτι που δεν πρόκειται να λησμονήσω ποτέ: “Τη στιγμή που γεννιόσουν γιε μου, εσύ έκλαιγες, ενώ όλοι γύρω σου γιόρταζαν. Ζήσε τη ζωή σου με τέτοιο τρόπο, ώστε τη στιγμή που θα πεθαίνεις εσύ να χαίρεσαι σαν να είναι γιορτή, ενώ όλοι οι άλλοι γύρω σου να κλαίνε”. Στους καιρούς που ζούμε έχουμε ξεχάσει πιο είναι το αληθινό νόημα της ζωής. Μπορούμε εύκολα να στείλουμε έναν άνθρωπο στη Σελήνη, κι όμως δυσκολευόμαστε να διασχίσουμε τον δρόμο για να καλωσορίσουμε τον καινούριο μας γείτονα. Μπορούμε να εκτοξεύσουμε ένα πύραυλο απο το σημείο οπου βρισκόμαστε ως την άλλη άκρη του κόσμου με απόλυτη ακρίβεια, κι όμως δυσκολευόμαστε να τηρήσουμε την υπόσχεση που δίνουμε στα παιδιά μας οτι ένα συγκεκριμένο απόγευμα θα τα πάμε στη βιβλιοθήκη. Έχουμε ηλεκτρονικά ταχυδρομεία, φαξ και ψηφιακά τηλέφωνα, έτσι ώστε να παραμένουμε πάντα συνδεδεμένοι μεταξύ μας, κι όμως ποτέ άλλοτε οι άνθρωποι δεν ήταν λιγότερο συνδεδεμένοι. Έχουμε χάσει την επαφή μας με την ίδια την ανθρωπιά. Έχουμε χάσει την επαφή μας με τον σκοπό της ζωής μας. Δεν μπορούμε πλέον να δούμε πράγματα που είναι σημαντικά για εμάς.Γι΄αυτό λοιπόν επέτρεψε μου να σε ρωτήσω με όλον μου το σεβασμό. Ποιος θα κλάψει όταν πεθάνεις; Πόσες ψυχές θα κατορθώσεις να αγγίξεις για όσο διάστημα θα έχεις το προνόμιο να βαδίζεις πάνω σε αυτή τη Γη; Ποια επίδραση θα έχει η δική σου ζωή στις γενιές που θα ακολουθήσουν; Και ποιο κληροδότημα θα αφήσεις πίσω σου μετά τη στερνή σου ανάσα; Ένα απο τα μαθήματα που έμαθα στη δική μου ζωή είναι οτι αν δεν πάρεις εσύ ο ίδιος τη ζωή σου στα χέρια σου, τότε η ίδια η ζωή σου θα σε πάρει απο κάτω. Την έχει η ζωή αυτή τη συνήθεια. Οι μέρες ξεγλιστρούν και γίνονται εβδομάδες, οι εβδομάδες ξεγλιστρούν και γίνονται μήνες κι οι μήνες γίνονται χρόνια. Πολύ σύντομα, όλα είναι πια παρελθόν και δεν σου απομένει παρά μια καρδιά πλημμυρισμένη απο πικρία για τη ζωή που έζησες μισή. Λίγο προτού πεθάνει ο Τζορτζ Μπέρναντ Σο ρωτήθηκε: “Τι θα κάνατε αν μπορούσατε να ζήσετε τη ζωή σας ξανά απο την αρχή;” Σκέφτηκε για λίγο κι έπειτα αποκρίθηκε αναστενάζοντας βαθιά: “Θα ήθελα να γίνω ο άνθρωπος που θα μπορούσα να έχω γίνει αλλά τελικά δεν υπήρξα ποτέ μου”.
Παρόλο που οι άνθρωποι που συναντώ σαν επαγγελματίας ομιλητής, είναι απο διαφορετικά κοινωνικά στρώματα, οι ερωτήσεις τους σχετίζονται πάντα με τα ίδια πράγματα: “Πως μπορώ να ανακαλύψω ένα βαθύτερο νόημα στη ζωή μου; Πως μπορώ να συμβάλω στο κοινό καλό μέσα απο τη δουλειά μου; Πως μπορώ να τα απλουστεύσω όλα, ώστε να μπορέσω να απολαύσω το ταξίδι της ζωής όσο είναι ακόμα καιρός;
Η απάντηση μου αρχίζει πάντα με τον ίδιο τρόπο: “Ανακάλυψε το προσωπικό σου κάλεσμα”. Πιστεύω οτι ο καθένας μας έχει κάποια ιδιαίτερα ταλέντα που απλώς περιμένουν να υπηρετήσουν μια ανώτερη αποστολή. Βρισκόμαστε όλοι εδώ για κάποιο μοναδικό σκοπό, κάποιον ευγενή στόχο που θα μας επιτρέψει να εκφράσουμε το ανώτερο ανθρώπινο δυναμικό μας και ταυτόχρονα να κάνουμε πιο όμορφη και πλούσια τη ζωή των ανθρώπων γύρω μας. Όταν ανακαλύπτεις το προσωπικό σου κάλεσμα, δεν σημαίνει οτι πρέπει να αφήσει την εργασία σου. Σημαίνει απλώς οτι πρέπει να ενσωματώσεις στην εργασία σου περισσότερα στοιχεία του εαυτού σου και να εστιάσεις σε αυτά που κάνεις καλύτερα. Σημαίνει οτι δεν πρέπει να περιμένεις πλέον να κάνουν οι άλλοι τι αλλαγές που εσύ επιθυμείς. Σημαίνει οτι πρέπει, όπως παρατήρησε εύστοχα ο Μαχάτμα Γκάντι, “να γίνεις εσύ ο ίδιος η αλλαγή που επιθυμείς περισσότερο να δεις τον κόσμο σου”. Κι απο τη στιγμή που θα τα καταφέρεις, η ζωή σου θα έχει αλλάξει.
Απόσπασμα απο το βιβλίο “Ποιος θα κλάψει όταν πεθάνεις” -Robin Sharma-